Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

«Νέα Φινλανδική Γραμματική» Μυθιστόρημα του Ντιέγκο Μαράνι, εκδ. Αιώρα (Μετάφραση Δήμητρα Δότση)




Μία κριτική προσέγγιση

από τη Φανή Κεχαγιά

Τα κριτήρια επιλογής βιβλίου είναι σαφώς υποκειμενικά. Κάποιοι διαλέγουν το επόμενο βιβλίο τους από το εξώφυλλο, κάποιοι αποκλειστικά από την περίληψη του οπισθόφυλλου. Υπάρχουν κι αυτοί που ακολουθούν τυφλά την κάθε έκδοση συγκεκριμένου συγγραφέα, κάποιοι ακολουθούν προτάσεις φίλων ή υπακούουν στα καλέσματα της διαφήμισης, άλλοι –οι πλέον ολιγαρκείς- απλώς ερωτεύονται τον τίτλο. Σε κάθε περίπτωση, ένα επιτυχημένο πάντρεμα ανάμεσα σε βιβλίο και αναγνώστη προϋποθέτει μια χημεία σχεδόν ερωτική (ή και χωρίς το «σχεδόν»). Και, ενώ ο αναγνώστης διατηρεί υπερφίαλα τη βεβαιότητα πως επέλεξε το βιβλίο που κρατά στα χέρια του, ώστε να μπορεί στη συνέχεια, όταν το βιβλίο ανταποκριθεί ή υπερβεί τις αναγνωστικές προσδοκίες του, να καυχιέται για την επιλεκτική του δεινότητα και να τρέφεται από την ικανοποίηση να το προτείνει ως ειδικός, γελιέται. Πρόκειται για μία συνηθισμένη πλάνη, που διαιωνίζεται από την ίδια της την αντιστροφή. Ουσιαστικά, είναι το βιβλίο αυτό που επιλέγει τον αναγνώστη του. Αυτόν που θα μπορέσει να αντιληφθεί τις προθέσεις του και θα μπορέσει να ξεκλειδώσει τα φυλαγμένα μυστικά του.

Η «Νέα Φινλανδική Γραμματική» είναι ένα βιβλίο δεσποτικό, που, παρά το ότι σε επέλεξε, δε σου χαρίζεται. Σε γραπώνει από την πρώτη σελίδα, αλλά δε σε αφήνει να ανασάνεις. Σε ρίχνει στα βαθιά και σε προστάζει «κολύμπα», χωρίς να σου πετά σωσίβιο. Μια ιστορία ιστορημένη κυκλικά από φωνές ραγισμένες που παλεύουν να ορθωθούν ακέραιες μέσα από τη δίνη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ο οποίος, όμως, παρά το ότι χρωματίζει ολόκληρο το βιβλίο με το ζόφο του, δεν είναι παρά το «μουσικό χαλί», το μπακγκράουντ μιας ιστορίας, που, μέσα στην πολυπλοκότητά της, παραμένει καθαρά ανθρώπινη.

"Φωνές τόσο πυκνές, με εναλλαγές τόσο σφιχτοδεμένες, που νιώθεις την ανάγκη να πάρεις μολύβι να υπογραμμίζεις, μην τυχόν και στην επόμενη γραμμή χάσεις το νήμα της σκέψης του ήρωα, να τη ζωγραφίσεις με το μολύβι, για να μπορέσεις στο τέλος της να ξαναπαρακολουθήσεις την πορεία από την αρχή, ώστε να καταφέρεις να τη συλλάβεις". 

Ο Φινλανδός γιατρός Πέτρι Φρίαρι, αυτοεξόριστος από τη χώρα που μισεί να λατρεύει υπηρετώντας στο γερμανικό ναυτικό, αναλαμβάνει να δημοσιοποιήσει την ιστορία αυτού που νόμιζε πως είναι ο Σάμπο Κάργιαλαϊνεν, με άμεση πρόθεση να εξιλεωθεί για το τραγικό λάθος και απώτερη να απαλύνει τις τύψεις του. Η ιστορία του «Σάμπο Κάργιαλαϊνεν», του ανθρώπου χωρίς μνήμη, χωρίς γλώσσα και πατρίδα, αποκαλύπτεται βήμα-βήμα ως η απεγνωσμένη προσπάθεια ενός ανθρώπου να γαντζωθεί από μια οποιαδήποτε ταυτότητα, έστω και δανεική, μέσα από τα τετράδια στα οποία καταγράφει τη γραμματική της γλώσσας που τον πείθουν πως πρέπει να ξανακατακτήσει, μια που, σύμφωνα με τον γιατρό Φρίαρι, αυτή είναι η μητρική του: τα φινλανδικά. Τον χορό ανάμεσα στην απολογία του γιατρού Φρίαρι και την ημερολογιακή καταγραφή στα τετράδια του «Σάμπο Κάργιαλαϊνεν» τον πλαισιώνουν τα απελπισμένα γράμματα της ερωτευμένης νοσοκόμας Ίλμα, που το όνομά της, όπως η ίδια δηλώνει, σημαίνει «αέρας», και οι παραληρηματικές αλήθειες του εφημέριου Κόσκελα, με την εμμονική εμβάθυνσή του στην Κάλεβαλα, το εθνικό φινλανδικό έπος. 


Φωνές τόσο πυκνές, με εναλλαγές τόσο σφιχτοδεμένες, που νιώθεις την ανάγκη να πάρεις μολύβι να υπογραμμίζεις, μην τυχόν και στην επόμενη γραμμή χάσεις το νήμα της σκέψης του ήρωα, να τη ζωγραφίσεις με το μολύβι, για να μπορέσεις στο τέλος της να ξαναπαρακολουθήσεις την πορεία από την αρχή, ώστε να καταφέρεις να τη συλλάβεις. 

Όμως, για να μην υπάρξει κίνδυνος παρανόησης, μια διευκρίνιση: η «Νέα Φινλανδική Γραμματική» δεν είναι ένα βιβλίο δύσκολο. Είναι απλώς ένα βιβλίο απαιτητικό που διαβάζεται οριζοντίως και καθέτως, και απαιτεί σκάλισμα σε βάθος, πίσω από το προφανές των λέξεων. Ακόμη και οι σιωπές και οι ανάσες στους διαλόγους απαιτούν την ερμηνεία τους, επιτρέποντας στον αναγνώστη να προσθέσει στο παχύ στρώμα των νοημάτων τη γαρνιτούρα που αυτός ορέγεται. Ο συγγραφέας του, Ντιέγκο Μαράνι, επινοητής της Europanto, μιας γλώσσας-παιχνιδιού αποτελούμενης από ένα κράμα γλωσσών, εργάζεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες, στον τομέα της προώθησης της πολυγλωσσίας, οπότε το εγχείρημα είναι αντάξιό του. Ένας πολύγλωσσος Ιταλός συγγραφέας επιχειρεί την αποδόμηση και συνάμα την ανάδειξη μιας ξένης γι’ αυτόν γλώσσας, της φινλανδικής, δια στόματος ενός ήρωα που δεν έχει τη μνήμη καμιάς γλώσσας, οπότε λειτουργεί για το συγγραφέα ως tabula rasa.

«Τα κανονιστικά εργαλεία μιας γλώσσας δημιουργούνται κυρίως για να εμποδίσουν την πρόσβαση των αλλόφυλλων παρά για να διευκολύνουν την κατανόησή της. Κάθε γλώσσα κρύβεται πίσω από τη μυσταγωγική τελετουργία της γραμματικής της, όπως μια μυστική αίρεση πίσω από τις μυστικές τελετές της. Όμως η γλώσσα δεν είναι κάποια θρησκεία στην οποία μπορείς είτε να πιστέψεις είτε όχι. Η γλώσσα είναι ένα φυσικό φαινόμενο και είναι ίδιον ολόκληρης της ανθρωπότητας. Η ανοησία των ανθρώπων τη χώρισε σε πάμπολλες γραμματικές και καθεμιά ισχυρίζεται πως είναι η σωστή, πως είναι ο καθρέφτης της καθαρότητας της σκέψης ενός ολόκληρου λαού".

Και εδώ υπεισέρχεται και το ζήτημα της μετάφρασης. Αν το θέμα, η υπόθεση και η πλοκή του βιβλίου αποτελεί ένα τόλμημα για το συγγραφέα του (έναν Ιταλό που γράφει για τη φινλανδική γλώσσα), για να συμπληρωθεί το τρίγωνο ισορροπημένα, απαιτεί εξαιρετικές γνώσεις και των δύο γλωσσών (ιταλικών και φινλανδικών), ώστε να αποδοθεί επάξια το περιεχόμενό του στα ελληνικά. Το αποτέλεσμα φαίνεται να δικαιώνει θεαματικά τη μεταφράστρια Δήμητρα Δότση. Ο πρωταγωνιστής του συγκεκριμένου βιβλίου, που θα μπορούσε να είναι ψυχολογικό θρίλερ, όπως υποστηρίζεται στο οπισθόφυλλο, ή ιστορικό μυθιστόρημα ή ψυχογράφημα, αλλά σίγουρα με κομμάτια που προσιδιάζουν σε δοκίμιο, είναι αναμφίβολα η γλώσσα. Αυτή που υπερβαίνει τα σύνορα και τους λαούς.

«Τα κανονιστικά εργαλεία μιας γλώσσας δημιουργούνται κυρίως για να εμποδίσουν την πρόσβαση των αλλόφυλλων παρά για να διευκολύνουν την κατανόησή της. Κάθε γλώσσα κρύβεται πίσω από τη μυσταγωγική τελετουργία της γραμματικής της, όπως μια μυστική αίρεση πίσω από τις μυστικές τελετές της. Όμως η γλώσσα δεν είναι κάποια θρησκεία στην οποία μπορείς είτε να πιστέψεις είτε όχι. Η γλώσσα είναι ένα φυσικό φαινόμενο και είναι ίδιον ολόκληρης της ανθρωπότητας. Η ανοησία των ανθρώπων τη χώρισε σε πάμπολλες γραμματικές και καθεμιά ισχυρίζεται πως είναι η σωστή, πως είναι ο καθρέφτης της καθαρότητας της σκέψης ενός ολόκληρου λαού. Και έτσι κάθε λαός μαθαίνει τους κανόνες της γραμματικής του και τρέφει την ψευδαίσθηση ότι μ’ αυτούς τους κανόνες θα λύσει τη δυσνόητη άσκηση της ζωής», λέει ο γιατρός Φρίαρι.

Όπως και να ΄χει, η «Νέα Φινλανδική Γραμματική» είναι ένα βιβλίο πρωτίστως ατμοσφαιρικό. Η Φινλανδία παρουσιάζεται μέσα από τη γλώσσα της, να αγκομαχά στις παρυφές του πολέμου που την πλησιάζει απειλητικά, αποτελώντας το κάδρο μέσα στο οποίο κινούνται άνθρωποι που αναζητούν εναγωνίως να κρατηθούν ή να μην κρατηθούν στη ζωή, προτείνοντας τη διατήρηση της αξιοπρέπειάς τους ως τη μοναδική ταυτότητα που θα μπορούσε να διατηρήσει το άτομο πέρα και πάνω από εθνικότητες. Η «Νέα Φινλανδική Γραμματική» είναι ένα βιβλίο πυκνό, που, εφόσον επιλέξει τον αναγνώστη του, απαιτεί από αυτόν χρόνο, σεβασμό στις λέξεις και σίγουρα επιδέχεται περισσότερες της μιας αναγνώσεις, για να δικαιωθεί σε όλο το πλάτος, το βάθος και τη βαθύτερη ουσία του.